Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014
Άτιτλο 1
Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014
Ένας Νικόλας, άσιμος κατ'όνομα.
Με βοήθησες πολύ χωρίς να το ξέρεις. Και δεν το’ ξέρα κι εγώ.
Κι ήσουνα δίπλα.
Σ’ ευχαριστώ. Νιώθω σαν να έχω συνδέσει τη μοίρα μου μαζί σου.
Ίσως να’ χεις μεγαλύτερη δύναμη. Ίσως να σ’ έχω αδικήσει, όπως είχες πει.
Εγώ έχω κόψει τους δεσμούς μου με τα πράγματα. Με τους ανθρώπους πράγματα. Με τα γύρω που με κόβουν. Χρειάστηκα δύναμη πολλή γι’ αυτό. Γράφω αργά, σταθερά, απλοϊκά. Μπορώ και αντέχω. Αλλά εγώ σαν κινηθώ πραγματικά, εγώ γκρεμίζω. Γίνομαι στρόβιλος και εγώ. Με κομμένη την ανάσα εγώ δρω. Εγώ τα αλλάζω τα πράγματα.
Εσύ δεν έχεις κόψει. Δεν τα αλλάζεις τα πράγματα, είσαι μέσα σ’ αυτά. Αλλά σε ξέρω καλά. Είσαι πολύ μακριά από όλα τούτα. Πρέπει να χρειάστηκες πολλή δύναμη για να το κάνεις ίσως περισσότερη από μένα. Μπορείς και αντέχεις. Εσύ διάλεξες ετσί. Διάλεξες να σκίζεσαι. Σπας τον εαυτό σου χίλια κομμάτια. Δεν τα αλλάζεις τα πράγματα, αφήνεις να σε αλλάζουν. Εσύ είσαι άλλο πράγμα, διαφορετικό. Και δεν σε καταπίνουν. Γιατί περπάτησες κι εσύ στο τεντωμένο το σκοινί επάνω. Παίζεις την ψυχή σου στο δικό σου τριπ. Ίσως να την παίζεις από μένανε διαφορετικά. Αλλά πάντως την παίζεις. Όμως για να το καταλάβω χρειάστηκε να ξαναρχίσω να γράφω και εγώ. Και να διαβάσω μερικά απ’ τα γραπτά σου. Με κομμένη την ανάσα…
Γι’ αυτό και τα γραφτά χρειάζονται κι αυτά καμιά φορά. Για να καταλαβαινόμαστε αναμετάξυ μας. Γιατί τύπωνες την ανάσα στο χαρτί καμιά φορά κι όχι στην ομιλία.
Και φεύγει και το προσωπείο της λεκτικής μας επαφής.
Γι’ αυτό μη σκίζεις πάντα τα χαρτιά σου αν και θέλει δύναμη γι’ αυτό.
Γιατί για κάποιον που σε ξέρει και χωρίς αυτά, όχι για κάποιον τρίτο, είσαι η ίδια συ μες στο χαρτί. Για κάποιον που σε ξέρει και μπορεί να δει, κι έχει τη δύναμη να το παραδεχτεί. Γιατί συχνά με πιάνεις και πιανόμαστε^ σε πιάνω και πιανόμαστε. Μονάχα σαν σωπαίνουμε και όχι σαν μιλάμε. Σαν είναι άδειο το μυαλό μας και σου ξεβιδωθούν τα μάτια. Αλλά Δε συμβαίνει κάθε μέρα τούτο. Ίσως κάποτε συμβεί. Αλλά ακόμα είμαστε εκεί και τα γραφτά χρειάζονται και αυτά.
Και ας τα γραφτά μας είναι διαφορετικά. Αλλά χρειάζονται διά το μεταξύ μας.
Για μένα που με ξέρεις. Για σένα που σε ξέρω.
Ανάποδα το γράφω απ’ ό, τι το είπα πριν. Για κάποιον τρίτο τα χαρτιά δεν χρειάζονται καθόλου.
Πάντως παρατήρησα κι αυτό. Στα γραφτά σου το τολμάς και ακουμπάς τα πάντα.
Μα εμένα δεν τολμάς να μ’ ακουμπήσεις.
Πάντως εγώ το τολμώ και σ’ ακουμπώ. Δεν ξέρω πιο είναι το καλύτερο ή αν είναι το ίδιο ακριβώς. Ή αν υπάρχει το καλύτερο.
Τώρα είναι έτσι.
Αρκούμαι σ’ αυτό.
Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014
Μέχρι
Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014
Ένα μπλουζ κόκκινο.
Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014
Κιγκλίδωμα
Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014
Κεραμέων τόπος.
Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014
Αριάδνη
Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014
Διπλή Όψη
Αποκλεισμένος.
Γύρω μου τσιμεντένιες ακτές
Και ασφάλτινη θάλασσα.
Ψηλά, σιδερένια δέντρα
Με ένα ασθενικό φως.
Κίτρινο.
Δεκάδες μικροί, πεθαμένοι ήλιοι.
Που δε σε αφήνουν να ησυχάσεις.
Βοή από κύματα μηχανών
Με προσπερνούν αδιάφορα.
Τρέχουν.
Να προλάβουν.
Τι;
Τις άδειες τους ζωές.
Να γεμίσουν τις ψυχές τους
Με είδωλα.
Κι εγώ εκεί.
Ναυαγισμένος στη νησίδα του δρόμου.
Ανασκάπτω μέσα από τόνους ήχου, καπνού.
Και ραγισμένες πλάκες.
Μόνο συρματόπλεγμα βρίσκω.
Σκουριασμένα μέταλλα.
Και λιωμένο πλαστικό.
Στον τοίχο απέναντι
Κάποιος ψάχνει τη ζωή.
Με κεφαλαίο ή μικρό;
(Τα δεδομένα έγιναν ζητούμενα, σκέφτομαι).
Κοιτώ τη μπογιά και τις λέξεις.
Σαν ένα μπουκάλι με ένα χάρτινο μήνυμα, φτάνει στις ακτές του νησιού μου.
Συνεχίζω να σκάβω.
Ψάχνω την παραλία που κάποτε, κάποιοι, κάπου
Είπαν πως υπάρχει κάτω από την άσφαλτο.
Δεν την βρίσκω.
Βρήκα μόνο ένα πρόσωπο.
Με μικρά, στρογγυλά γυαλάκια.
"Ζεις πιο εύκολα με τα μάτια κλειστά", μου λέει.
Η φωνή του είναι τραχιά.
Σκίζεται από ήχο πολυπαιγμένου βινυλίου.
Μου λέει κάτι για παντοτινά χωράφια με φράουλες.
Τον παραμερίζω.
Δε γουστάρω ουτοπίες.
Σηκώνω το βλέμμα.
Ξανακοιτώ το μήνυμα στον τοίχο.
Επιλέγω να ζω με τα μάτια ανοιχτά.
Και βουρκωμένα.
Καθώς οι εικόνες διαθλώνται στο δάκρυ,
Ο κόσμος μοιάζει ομορφότερος.
Όσο κάποιος θα ψάχνει τη ζωή
(Με κεφαλαίο ή μικρό, λίγη σημασία έχει)
Θα παίζουμε ακόμη στην παράταση.
Για τη συνέχεια της Ανθρωπιάς μας.
Γυρνώ πάλι και κοιτώ το πρόσωπο με τα στρογγυλά γυαλάκια.
Του μιλώ στη γλώσσα του:
"Well, John.
You may say I'm a dreamer.
But I'm not the only one".
Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014
Θυμέλη
Θα σταθώ.
Στη μέση
Θα απεκδυθώ των ενδυμάτων του ρόλου
Θα ακουμπήσω τη μάσκα στη θυμέλη.
Θυσία στον Διόνυσο,
θεό των παθών και της αλήθειας μου.
Θα απαγγείλω λόγια τραγικά.
Όχι των μεγάλων τραγικών.
Αλλά του εντός μου δράματος.
Μόνος θεατής μου,
Εγώ.
Και εσύ.
Καθισμένη στα πέτρινα έδρανα.
Γδυτή με τη δική σου αλήθεια.
Θα σε κοιτάξω επίμονα
Εκεί που ο κύκλος του θεάτρου
διασπάται σε δύο μικρότερους.
Εκεί που παίζεται αιώνια το δράμα και η κωμωδία της ζωής.
Στα μάτια σου.
Θα αφήσω πρώτα τη σιωπή
να επιβληθεί.
Κι ύστερα,
θα φωνάξω.
Τη μια μόνη λέξη.
Κι εσύ θα εξαϋλωθείς.
Θα χωθείς στις αρχαίες ρωγμές.
Και θα είσαι παντού.
Είσαι παντού.
Θα γίνεις η κάθαρση που ψάχνεις και δεν έρχεται.
Ούτως ή άλλως δε με ενδιαφέρει η γήινη σου μορφή.
Αυτό που υπηρετώ είναι η ιδέα σου.
Και εκεί,
στο κέντρο του θεάτρου,
θα αφήσω τη ζωή μου να πετάξει.
Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014
Ενός Τσιγάρου Φυγή
Σήμερα όμως ήταν αλλιώς.
Η φράση άλλαξε.
"Κάνω ένα τσιγάρο και θα φύγω", είπες.
Έμοιαζε να ταιριάζει περισσότερο.
Η πρέπουσα περίληψη.
Πάντα εσύ ήσουν αυτή που έφευγε.
Και εγώ αυτός που μένει.
Χαθήκαμε στις λέξεις.
Όχι στη μετάφραση.
Στην κυριολεξία τους.
Έφευγαν από τα χείλη μας κατά ριπάς.
Συναντιόντουσαν στον αέρα
και πολεμούσαν.
Το αποτέλεσμα της μάχης;
Πάντα αμφίρροπο.
Δε ξέρω να σου πω
εάν οι λέξεις έχουν τη δύναμη να εκφράσουν
την ουσία των πραγμάτων.
Τα αφήνω για τους φιλοσόφους αυτά.
Ξέρω όμως,
πως υπήρξαν κάποιες στιγμές
Εκείνες τις στιγμές,
οι λέξεις περίσσευαν.
Ας μείνουμε όμως σε αυτές.
Με μια μικρή διόρθωση.
Μια ελάχιστη, χειρουργική ανάταξη.
Έτσι, για αλλαγή.
Αυτή τη φορά,
"Κάνεις ένα τσιγάρο..."
Και φεύγω.
Τω Αγνώστω Χ
Εμφύλιος
Για να απαντήσω ποιητικά.
Κι όμως,
Οι λέξεις δε βγαίνουν.
Αρνούνται να καταγραφούν.
Στάζουν αίμα.
Από το μαχαίρι των στίχων σου.
Ένας μικρός λεκτικός εμφύλιος.
Η απάντησή μου ήταν
Μια βόλτα στη βροχή.
Όσο οι τραυματιοφορείς
Θα περιθάλπτουν
Ένα κομμένο άλφα.
Ένα θνήσκον ήττα.
Εγώ θα συνεχίζω να περπατώ.
Καταγράφοντας το προσκλητήριο των νεκρών.
Μπορεί αυτό να είναι η κάθαρση τελικά:
Η ανακομιδή των λέξεων από το πεδίο της μάχης.